Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

get sore


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο sore παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: get
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
sore adj (painful, tender)που πονάει περίφρ
  ευαίσθητος επίθ
 Ouch! Please don't touch the bruise on my arm; it's really sore.
 Άουτς! Σε παρακαλώ μην αγγίζεις τη μελανιά στο χέρι μου. Πονάει πολύ.
sore adj (throat: inflamed)που πονάει περίφρ
  ερεθισμένος μτχ πρκ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)που γρατζουνάει περίφρ
 Tina had a cold; her nose was running and her throat was sore.
 Η Τίνα κρύωσε. Έτρεχε η μύτη της και πονούσε ο λαιμός της.
sore adj (muscle: aching)πιασμένος μτχ πρκ
  που πονάει, που πιάστηκε περίφρ
  πονεμένος μτχ πρκ
 Philip's legs were sore after the long run he'd been on the day before.
 Τα πόδια του Φίλιπ πιάστηκαν μετά από τη μακριά διαδρομή που έτρεξε την προηγούμενη μέρα.
sore n (open skin infection)πληγή ουσ θηλ
  (επίσημο: ιατρική)έλκος ουσ ουδ
 Lydia had a weeping sore on her leg.
 Η Λίντια είχε μια ανοιχτή πληγή στο πόδι της.
sore n figurative (sore point: source of distress) (μεταφορικά)πληγή ουσ θηλ
 The brothers' argument reopened old sores.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
sore adj mainly US (emotions: upset)θυμωμένος μτχ πρκ
  (αργκό, μεταφορικά)στραβωμένος, παρμένος μτχ πρκ
  (νιώθει στενοχώρια)πληγωμένος, πικραμένος μτχ πρκ
 Ned was still sore about the trick the other boys had played on him.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
bedsore,
bed sore,
pressure sore,
pressure ulcer
n
(bedridden person's pressure sore)έλκος κατακλίσεως, έλκος κατάκλισης φρ ως ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη)κατακλίσεις ουσ θηλ πλ
  (ανεπίσημο, μεταφορικά)άνοιγμα ουσ ουδ
 The nurses turned the patient daily to prevent him getting bed sores.
chancroid,
soft sore,
soft chancre,
ulcus molle
n
(venereal ulcer)μαλακό έλκος επίθ + ουσ ουδ
cold sore n (herpes on lip) (παθολογία)έρπης ουσ αρσ
 I never kiss anyone with a cold sore.
in sore need,
in sore want
adj
(needing badly)που χρειάζεται απεγνωσμένα περίφρ
 The young man smelt terrible; he was in sore need of a bath.
mouth ulcer,
also US: canker sore
n
(oral sore)στοματικό έλκος επίθ + ουσ ουδ
 This cream is for treating mouth ulcers.
saddle sore n (pressure sore on rider)σύγκαμα ουσ ουδ
  σύγκαμα από τη σέλα φρ ως ουσ ουδ
saddle sore n (pressure sore on horse) (άλογο)πληγή από τη σέλα φρ ως ουσ θηλ
saddle-sore adj (person: sore after riding)που έχει συγκαεί από τη σέλα περίφρ
saddle-sore adj (horse: sore from saddle) (άλογο)που το χει χτυπήσει η σέλα περίφρ
  που του έχει δημιουργήσει πληγή η σέλα περίφρ
a sight for sore eyes expr (welcome after tough time)χάρμα οφθαλμών έκφρ
  χαίρομαι που βλέπω κπ/κτ έκφρ
sore head n US, informal ([sb] discontented and irritable) (καθομιλουμένη)τσαντίλας επίθ
sore heart n (sorrow, grief) (μεταφορικά)βαριά καρδιά επίθ + ουσ θηλ
 It was with a sore heart that Susan said goodbye to her parents.
sore loser,
bad loser
n
informal, pejorative ([sb] who dislikes not winning)αυτός που δεν ξέρει να χάνει περίφρ
sore throat n informal (painful throat infection)πονόλαιμος ουσ αρσ
 Sore throats usually indicate an emerging cold.
 Ο πονόλαιμος συνήθως υποδηλώνει την αρχή ενός κρυώματος.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση get sore στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «get sore».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!